Το
τραγικό γεγονός που συνέβη στην πόλη σας, με την σεξουαλική επίθεση και φόνο
της 34χρονης Ζωής Δαλακλίδου προκάλεσε, όπως ήταν φυσικό, τη θλίψη των δικών
της ανθρώπων, τους οποίους και συλλυπούμεθα, και την οργή μεγάλου μέρους της
ελληνικής κοινωνίας, πολύ περισσότερο που λίγες μέρες πριν είχαμε σεξουαλική
επίθεση με ομαδικό βιασμό και θάνατο γυναίκας στην Ινδία, ο οποίος είχε
ξεσηκώσει μεγάλη κοινωνική αντίδραση.
Η
οργή της κοινωνίας είχε εκφραστεί για την εξέλιξη στη μακρινή Ινδία, αφού τα
διεθνή μέσα ανέδειξαν το ζήτημα αυτό μετά τις μεγάλες διαδηλώσεις και
αντιδράσεις, και μετά τον ξεσηκωμό των γυναικείων οργανώσεων στη μακρινή μας
χώρα, μετά τις προτάσεις για πραγματική ποινικοποίηση του βιασμού, αλλά και τις
προτάσεις των αγανακτισμένων για θανατική ποινή, κάτι που το γυναικείο κίνημα
στις Ινδίες απορρίπτει.
Το
τραγικό γεγονός της Ξάνθης, λοιπόν, ήταν φυσικό να προκαλέσει την οργή και την
αντίδραση των πολλών, πολύ περισσότερο στην ίδια την πόλη. Και εδώ μπαίνει το
ερώτημα: Είναι ο βιασμός ή ο φόνος που προκαλεί την οργή; Είναι σίγουρο ότι
είναι ο συνδυασμος. Ο φόνος είναι κακό πράγμα, ο βιασμός είναι κακό πράγμα, ο
συνδυασμός όμως δημιουργεί πολύ μεγαλύτερη αντίδραση.
Γιατί,
ποτέ ένας φόνος γυναίκας, π.χ. από τον «σύντροφό» της, δεν προκαλεί εκδηλώσεις
οργής. Η πλειοψηφία τον ονομάζει «τραγωδία», όπως βλέπουμε και σε πολλά μίντια,
πολύ περισσότερο όταν ο άνδρας προχωρεί σε αυτοκτονία ή αυτοτραυματισμό. Και το
ενδιαφέρον στρέφεται στα παιδιά που συνήθως υπάρχουν και στο ερώτημα για την
επόμενη μέρα τους. Μετά, κάποια επόμενη είδηση έρχεται να καλύψει τα
συναισθήματα αυτά, που έτσι κι αλλιώς δεν είναι έντονα. Το δεύτερο κομμάτι, ο
βιασμός, σπάνια προκαλεί εκδηλώσεις ή έστω συναισθήματα οργής ή συμπόνιας,
γιατί στις περισσότερες περιπτώσεις αμφισβητείται καν αν έγινε, υπάρχουν
ερωτήματα για τις συνθήκες, τι ώρα ήταν, μήπως ήταν νύχτα, και τι ήθελε μέσα
στη νύχτα αυτή να τριγυρνά μόνη της, πώς ήταν ντυμένη, μήπως προκλητικά, μήπως
είχε πιει, και τι ήθελε να γυρνάει στα μπαράκια τέτοια ώρα, και μήπως έπινε
ποτά με αυτόν που τη βίασε, και μήπως αφού έπινε ποτά γιατί να μην το
θεωρήσουμε φυσική εξέλιξη, κ.λπ.
Ενώ
λοιπόν ο φόνος από μόνος του για βία λόγω φύλου δεν προκαλεί μεγάλες
αντιδράσεις ή έντονα συναισθήματα, ο βιασμός από μόνος του συχνά αμφισβητείται
και συχνά ενοχοποιούνται τα θύματα, ο βιασμός σε συνδυασμό με φόνο γεννάει
αισθήματα οργής. Καλό αυτό, αλλά λίγο, φτωχό και ίσως, θα λέγαμε, «καθαρτήριο»
για την ανοχή των προηγούμενων δύο μεμονωμένων πράξεων βίας.
Είναι
σκληρή αυτή η έκφραση, αλλά δυστυχώς μπορεί να προκύψει από τις εξελίξεις που
έχουμε, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στο εξωτερικό. Θυμόμαστε στην Ινδία τις
μεγάλες διαδηλώσεις διαμαρτυρίας που αναφέραμε και παραπάνω, το αίτημα πολλών
από τους εξεγερμένους για θανατική ποινή των βιαστών, γνωρίζουμε όμως ότι στην
Ινδία ο νόμος είναι πολύ αδύναμος στο θέμα του καθημερινού βιασμού, και η
κοινωνία ακόμα πιο αδύναμη και ανεκτική. Αντίθετα, οι γυναικείες οργανώσεις
εκεί αντιτάχθηκαν στο αίτημα για θανατική καταδίκη των βιαστών, με γνώμονα τις
ανθρωπιστικές αξίες του γυναικείου κινήματος, ζήτησαν φυσικά τον ποινικό
κολασμό του δράστη και παράλληλα έθεσαν το θέμα του καθημερινού βιασμού και
μάλιστα πολλών περιπτώσεων όπου άνδρες της εξουσίας, είτε της πολιτικής είτε
των δημοσίων αρχών, έχουν κάνει βιασμούς και έχουν μείνει ατιμώρητοι.
Συνεχίζοντας
στην ιδέα του «καθαρτήριου» θέλω να υπενθυμίσω ότι όταν είχαμε την περίπτωση
απόπειρας βιασμού συνοδευόμενη με φόνο στην Κόρινθο, το 2005, όπου ένας
στρατιώτης έλιωσε με την αρβύλα του το κεφάλι μιας νέας γυναίκας μέσα στις
τουαλέτες κεντρικής καφετέριας, ο στρατιώτης συνελήφθη σύντομα και λίγες μέρες
μετά έγινε το βάρβαρο «έθιμο» της «αναπαράστασης του εγκλήματος». Αυτό έγινε 12
το μεσημέρι, δηλαδή ώρα εργασίας, και όμως είχαν συγκεντρωθεί εκεί 400 άτομα,
στη συντριπτική τους πλειοψηφία άνδρες, για να παρακολουθήσουν το βάρβαρο αυτό
«έθιμο» και να αποδοκιμάσουν ή λιντσάρουν τον στρατιώτη.
Λίγες
μέρες μετά, οι φεμινιστικές ομάδες οργάνωσαν εκδήλωση διαμαρτυρίας στην
Κόρινθο, αφού πρώτα είχαμε προσεγγίσει το τότε Κοινωνικό Φόρουμ, δηλαδή
ανθρώπους που ήταν σε όλους τους κοινωνικούς αγώνες, καθώς και μια προοδευτική
και αριστερή δημοτική κίνηση, είχαμε ενημερώσει και είχαμε ζητήσει ή την
διοργάνωση της εκδήλωσης από αυτούς και τη δική μας συμμετοχή, ή τη συμμετοχή
τους στην διαδήλωση που κάναμε ένα Σάββατο μεσημέρι. Και φυσικά είχαμε
ενημερώσει την πόλη με αφίσες και συνεντεύξεις τις προηγούμενες μέρες. Με λύπη
θα σας πω ότι εμείς πήγαμε από Αθήνα 200 άτομα για διαδήλωση, και από την
Κόρινθο και όλες αυτές τις οργανώσεις ήταν δεν ήταν 15 άτομα. Βλέπουμε λοιπόν
αυτή την αντίδραση περιορισμένη στην προσωπική αντιπαράθεση με τον δράστη, μια
κοινωνία που θέλει να τον λυντσάρει, αρνείται όμως να συμμετέχει σε μια
εκδήλωση που παρουσιάζει την κοινωνική και πολιτική διάσταση αυτής της
συγκεκριμένης εγκληματικής ενέργειας.
Εδώ
στην Ξάνθη τα πράγματα είναι πολύ καλύτερα ως προς τις κοινωνικές αντιδράσεις,
χάρις στην ορατότητα που έχει πάρει το θέμα του βιασμού πλέον στην κοινωνία
μας, συγκριτικά μεγαλύτερη αλλά στην ουσία πολύ μικρή σε σχέση με το φαινόμενο,
αλλά και χάρη στην αντίδραση της Πρωτοβουλίας Ενάντια στην Ομοφοβία που τόσο
συστηματικά διοργάνωσε τις σημερινές εκδηλώσεις.
Θέλω
να πω, και ξέρω ότι διερμηνεύω τα αισθήματα πολλών από τις γυναίκες που
βρίσκονται σήμερα εδώ, με τις οποίες έχουμε συναγωνιστεί πολλά χρόνια για το
φοβερό πρόβλημα της βίας κατά των γυναικών, αλλά και άλλων που δεν μπόρεσαν να
έρθουν, ότι το πρόβλημα είναι κοινωνικό και πολιτικό και συνεπώς η αντιμετώπισή
του δεν μπορεί να είναι απλώς η φυλάκιση των ενόχων, πράγμα βεβαίως απαραίτητο,
αλλά η αναγνώριση από την κοινωνία της αυτονομίας και αυτοδιάθεσης του
γυναικείου σώματος, του δικαιώματος των γυναικών να ζουν χωρίς καταπίεση και
βία κάθε λογής ή χωρίς το φόβο αυτής της βίας που περιορίζει τις κινήσεις μας.
Δηλαδή το πρόβλημα είναι μια άλλη κουλτούρα στην κοινωνία μας, για την προώθηση
της οποίας βέβαια το φεμινιστικό και γυναικείο κίνημα έχουν κάνει πολλά, και θα
κάνουν πολλά και στο μέλλον.
Η
αντιμετώπιση του βιασμού από την ελληνική κοινωνία και τις δημόσιες αρχές
Όσο
για τον κολασμό των πράξεων βίας λόγω φύλου, υπεύθυνες είναι οι δημόσιες αρχές,
που όμως δεν πρέπει να ξεχάσουμε ποτέ ότι λειτουργούν στο πλαίσιο μιας
κοινωνικής ανοχής, συνενοχής, συγκάλυψης και από εκεί προκύπτει η ανάγκη για
δυνατό γυναικείο κίνημα που θα αλλάξει τα δεδομένα μέσα από συγκρουσιακούς
αγώνες. Όποιες, γυναίκες πρωτίστως ή και άνδρες, θεωρούν ότι τα δικαιώματα των
γυναικών μπορούν να διεκδικηθούν από κοινά προοδευτικά κινήματα χωρίς
συγκρούσεις, έρχονται σε αντίφαση με την πραγματικότητα. Γιατί, δυστυχώς, η
πατριαρχία είναι παντού, ακόμα και στα πολύμορφα κινήματα κοινωνικής
δικαιοσύνης στα οποία συμμετέχουμε.
Επιστρέφοντας
στις δημόσιες αρχές, πρέπει να πούμε ότι ζουν και λειτουργούν σε ένα σύστημα
ταξικό, πατριαρχικό, ρατσιστικό, εθνικιστικό και ομοφοβικό, αλλά δεν τις
αθωώνουμε. Το αναπαράγουν με πολύ συγκεκριμένο τρόπο, κι εδώ πρέπει να τις
στηλιτεύσουμε και να απαιτήσουμε την αλλαγή στάσης τους. Πολλοί και πολλές,
κυρίως από τον αυτόνομο και αναρχικό χώρο, επιλέγουν να μην απευθύνονται σε
αυτές για ζητήματα βίας λόγω φύλου που συζητάμε εδώ, και ίσως για κανένα
ζήτημα. Τις θεωρούν ακατάλληλες να τα αντιμετωπίσουν. Το πρόβλημα όμως είναι
ότι αυτές έχουμε, τα ζητήματα δεν μπορούν να περιμένουν ένα απροσδιόριστο
μέλλον, άρα εμείς επιλέγουμε και μ’ αυτές να πορευόμαστε, παρά τη φύση τόσο του
Δικαίου και της Δικαιοσύνης, όσο και των άλλων δημοσίων αρχών που εμπλέκονται
σε ζητήματα εγκλημάτων ή αδικημάτων κατά ζωής, τα οποία συζητούμε σήμερα.
Δυστυχώς, μέχρι να φθάσουμε σε μια κοινωνία «Πέραν του Δικαίου», όπως
ευαγγελίζεται η κομμουνιστική προσέγγιση, όπου δεν θα υπάρχουν ανισότητες οι
οποίες απαιτούν τις κανονιστικές ρυθμίσεις του Δικαίου και την κατ’
αντιστοιχίαν απονομή της Δικαιοσύνης, αναγκαζόμαστε να πορευόμαστε με τις
σημερινές συνθήκες, τις οποίες βέβαια προσπαθούμε να αλλάξουμε. Βέβαια οι νόμοι
έχουν αλλάξει τα τελευταία 20 χρόνια, έχουν ψηφιστεί διεθνώς συνθήκες όπως η
CEDAW για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών, έχουν κυρωθεί πολλές από την
Ελλάδα, έχει ψηφιστεί ο νόμος για την ενδοοικογενειακή βία το 2006, ακατάλληλος
τελείως βέβαια, νόμοι για τη σεξουαλική παρενόχληση στην εργασία, νόμοι για το
τράφικινγκ, αλλά αφενός οι νόμοι έχουν πολλά ελαττώματα, αφ’ ετέρου
ερμηνεύονται και χρησιμοποιούνται με μονομερή κριτήρια από πολλές εμπλεκόμενες
αρχές.
Στα
θέματα του βιασμού, τα οποία συζητάμε σήμερα κατ’ εξοχήν, υπάρχει σκανδαλώδης
μονομέρεια από πλευράς Δικαιοσύνης, με βάση τα κριτήρια που αναφέραμε πιο πάνω.
Γι’ αυτό και έχουμε κάνει αγώνα στα δικαστήρια για θέματα τράφικινγκ, βιασμών,
βίας κατά γυναικών γενικά που ξεκινά από το 2000, είναι συνεχής, αλλά δεν
μπορούμε να πούμε και αποτελεσματικός. Εμείς πηγαίνουμε στα δικαστήρια για την
αλληλεγγύη στα θύματα και την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας συνολικά ή των
τοπικών κοινωνιών. Έχουμε πάει στη Σύρο πολλές φορές για δίκη τράφικινγκ με
καταγγελίες του μουσικού Παναγιώτη Βήχου και της συντρόφισσάς του Νανάς, στην
Πάτρα για δίκη τράφικινγκ και βιασμού με κατηγορούμενο αστυνομικό, στο Γύθειο
για την υπεράσπιση της «Γυναίκας από την Καλαμάτα» που την ακρωτηρίασε ο εν
διαστάσει σύζυγός της και στα τέσσερα μέλη (αλλά με χαρά θα σας πω ότι η
γυναίκα είναι τώρα καλά, με αρκετές αναπηρίες και στα τέσσερα μέλη αλλά με καλή
κινητικότητα), στην Αμάρυνθο για την κοινωνική αλληλεγγύη πήγαμε 100 γυναίκες
από Αθήνα και καμιά τοπική και στην Αθήνα πολλές φορές για δίκες τράφικινγκ και
βιασμών.
Αναφέρω
το θέμα του τράφικινγκ, γιατί σ’ αυτό ο βιασμός έχει μια εξέχουσα θέση. Μόλις
παίρνανε τις κοπέλες-εμπόρευμα που έρχονταν τις περισσότερες φορές με άλλες
υποσχέσεις για δουλειά, το πρώτο πράγμα που έκαναν οι μαστροποί αλλά συχνότερα
τα πρωτοπαλίκαρά τους, ήταν να τις βιάσουν και να τις ξυλοκοπήσουν, για να
μάθουν τι πρέπει να κάνουν και σε ποιον ανήκει αυτό το σώμα και αυτό το
γεννητικό όργανο. Σήμερα έχει λίγο τροποποιηθεί η λειτουργία των κυκλωμάτων και
ο βιασμός δεν παίζει πάντα τον εξέχοντα ρόλο που έπαιζε στο παρελθόν.
Τι
έγινε στις δίκες αυτών ή άλλων σημαντικών περιπτώσεων τις οποίες δεν
γνωρίζαμε και συνεπώς δεν εμπλακήκαμε:
Η
δίκη της Πάτρας: Η
Όλγα Μπ., που είχε σπουδάσει χορό, ήρθε με υποσχέσεις ότι θα δουλέψει χορεύτρια
σε μπαρ ή αλλού, απαντώντας σε αγγελία εφημερίδας στη Ρωσία όπου ζητούντο
χορεύτριες. Μόλις ήρθε, το 2000, την έβαλαν σε κάποια μπαρ στην Αμαλιάδα και
θέλησαν να την ωθήσουν στο τράφικινγκ. Αυτή αρνήθηκε από την αρχή ή αργότερα,
αδιευκρίνιστο. Ο αστυνομικός που σύχναζε στο μπαρ και το προστάτευε, πήρε την Όλγα
Μπ. και την πήγε σε ξενοδοχείο όπου την βίασε και της προκάλεσε τόσο πόνο, που
νόμιζε ότι θα πεθάνει όπως έλεγε και ξαναέλεγε στα δικαστήρια. Δεν μπορούσε να
του ξεφύγει, βέβαια, γιατί ήταν παράνομη.
Μετά
το βιασμό της κατάφερε και έφυγε, πήγε να δουλέψει στην Ιθάκη, με σκοπό να
αγοράσει ένα όπλο, όπως έλεγε, και να γυρίσει στην Αμαλιάδα, να τον αναγνωρίσει
και να τον σκοτώσει. Αυτός έχει ένα μεγάλο σημάδι στο σαγόνι και μπορούσε να
αναγνωριστεί με ασφάλεια και από μακριά. Πράγματι γύρισε, προφανώς χωρίς το
όπλο, τον αναγνώρισε και τον κατάγγειλε στο ίδιο αστυνομικό τμήμα όπου αυτός
δούλευε. Είχε από την αρχή κάποιους συμπαραστάτες. Ξεκίνησαν οι δίκες επί
δικών, οι αναβολές επί αναβολών, σε όλες τις περιπτώσεις αθωωνόταν αυτός, παρά
τα πολύ δεμένα στοιχεία ενοχής του που υπήρχαν. Έγιναν δυο Εφετεία, γιατί δύο
φορές οι ίδιοι οι εισαγγελείς ανέπεμψαν τη δίκη, και σε όλα αθωώθηκε. Έφαγε
μόνο μια διοικητική ποινή 6 μήνες παύση από την αστυνομία. Βέβαια είχαμε το
δικαστήριο, αλλά βέβαια είχαμε και τους ενόρκους. Αυτό μην το ξεχνάμε. Στην
τελευταία αθώωση, 21 Δεκεμβρίου 2004, ήμασταν στο δικαστήριο 250 άτομα από όλες
τις οργανώσεις της Πάτρας και από Αθήνα, το δικαστήριο ήταν στημένο τελείως, ο
εισαγγελέας εισηγήθηκε την ενοχή, να πω εδώ ένας εξαιρετικός εισαγγελέας, αλλά
ο βιαστής αθωώθηκε, προφανώς γιατί ήταν αστυνομικός. Μόλις ακούστηκε η αθώωση
βγάλαμε πανό και ντουντούκες στο δικαστήριο και κάναμε κατάληψη της αίθουσας,
έφεραν τα ΜΑΤ να μας βγάλουν έξω με βία με αποτέλεσμα κάποιους τραυματισμούς.
Την ίδια και την επόμενη μέρα όλα τα εθνικής εμβέλειας μίντια είχαν τις δράσεις
μας, ανέφεραν την ιστορία, έδειξαν οπτικό υλικό πολλές φορές, και έτσι τότε
μπήκε για πρώτη φορά στην ελληνική κοινωνία το θέμα του τράφικινγκ που μέχρι
τότε ήταν συγκαλυμμένο.
Η
δίκη της Αθήνας, το 2005, ήταν
επίσης για τράφικινγκ δύο 15χρονων κοριτσιών, της Τζίνας και Καμέλιας, που τα
εξέδιδαν σε μασατζίδικο στη λεωφόρο Βουλιαγμένης ακριβώς απέναντι από το
αστυνομικό τμήμα. Τα κορίτσια δραπέτευσαν μέσα στη νύχτα, τα περιμάζεψαν
κάποιοι και σύντομα κατέληξαν σε σχολή ανηλίκων όπου έμειναν μέχρι την
ενηλικίωσή τους. Κατηγορούμενο ήταν ένα ολόκληρο κύκλωμα, αλλά η διοίκηση του
τοπικού αστυνομικού τμήματος «δεν ήξερε τίποτα». Τα πρωτοπαλίκαρα του
κυκλώματος είχαν βιάσει για «παιδευτικούς» λόγους τα κορίτσια από την αρχή, με
βία πολλή και ο βιασμός και των δύο είχε γίνει σε γκαρσονιέρα ενός αστυνομικού,
ο οποίος με τα πολλά έφαγε μια ποινή 3,5 χρόνια. Τα έξι μέλη του κυκλώματος
έφαγαν ποινές από 25 χρόνια, 12 χρόνια έως μικρότερες. Αρχηγός του κυκλώματος
Έλληνας, πρωτοπαλίκαρο Αλβανός, ο οποίος και έφαγε τη μεγαλύτερη ποινή. Ο
βιασμός κι εδώ ήταν σε περίοπτη θέση στη δίκη, και είναι η πρώτη φορά που
καταδικάστηκε αστυνομικός, μετά από αναβολές επί αναβολών της δίκης, όπως
συνήθως.
Η
Αμάρυνθος: Στην
περίπτωση του ομαδικού βιασμού 15χρονης μαθήτριας στην Αμάρυνθο, το 2005, είχε
φρικάρει ολόκληρη η κοινωνία με τα παθήματα της μικρής κοπέλας, ενώ υπήρξε μια
προσπάθεια να αποδοθεί ο βιασμός σε μια γενικότερη σχολική βία. Το θέμα
είχε φθάσει μέχρι τον αρχιεπίσκοπο, τον πρόεδρο της Δημοκρατίας, είχε γίνει
τεράστιο και συζητείτο, συχνά δυστυχώς με πικάντικες και γαργαλιστικές
λεπτομέρειες. Η 15χρονη κατήγγειλε 4 συμμαθητές της για βιασμό στις τουαλέτες
του σχολείου, και τρεις συμμαθήτριες ότι έπαιρναν βίντεο. Η κοπέλα ήταν Βουλγάρα
και οι συμμαθητές Έλληνες, γόνοι «καλών οικογενειών» της πόλης. Το γυναικείο
κίνημα έκανε διαδήλωση αλληλεγγύης στην πόλη, και ταυτόχρονα φτιάξαμε μια
επιτροπή αλληλεγγύης η οποία κάλυψε όλες τις ανάγκες. Δηλαδή να φύγει από την
πόλη, γιατί η ζωή αυτής και της μητέρας της ήταν αβίωτη, να νοικιάσει σπίτι
αλλού, να βρει δουλειά η μητέρα ενώ η κοπέλα τοποθετήθηκε με πρωτοβουλία
κάποιων σε ιδιωτικό σχολείο το οποίο και τελείωσε, με άριστες επιδόσεις και
άριστο ήθος. Το δικαστήριο έγινε το 2010, πρωτόδικο, κεκλεισμένων των θυρών
λόγω ανηλικότητας (η οποία είχε παρέλθει). Εκεί ο δικηγόρος κ. Τάρτης
ενορχήστρωσε, καθώς μάθαμε, μια τελετή νέας ενοχοποίησης της κοπέλας, η οποία,
όπως αποφάνθηκε το δικαστήριο, είχε κάνει συκοφαντία για βιασμό εναντίον των συμμαθητών
της, ενώ στην πραγματικότητα ήταν μια συναινετική πράξη «οργίων». Παρέλασαν 40
μάρτυρες που τη στηλίτευσαν, που μίλησαν για το άηθες ήθος αυτής και της
μητέρας της, για την ύποπτη ζωή και το ύποπτο παρελθόν της. Για την μικρή
κοπέλα που καθόταν σε όλη τη διάρκεια της δίκης σε μια γωνιά μόνη στο
δικαστήριο, έμεινε μόνο μια μάρτυρας, γιατί όλοι και όλες οι άλλοι και άλλες
που πράγματι ήταν για καιρό αλληλέγγυες και αλληλέγγυοι, δεν είχαν το σθένος να
τα σπάσουν με την τοπική κοινωνία. Η κοπέλα είχε καλή νομική στήριξη, αλλά όλα
τα αιτήματα που υπέβαλε απορρίφθηκαν. Οι γυναικείες οργανώσεις είχαμε τότε
βγάλει μια ανακοίνωση με τον τίτλο «Το δικαστήριο δεν βρήκε την αλήθεια», όπου
και στηλιτεύαμε αυτή την απόφαση, ενώ δηλώναμε ότι θα ήμασταν συμπαραστάτριες
της νεαρής στην περίπτωση έφεσης. Έφεση δεν έγινε όμως, και όπως αντιληφθήκαμε
από πολλά συμφραζόμενα, υπήρχε κίνδυνος νέας αθωωτικής απόφασης, η οποία θα
ακολουθείτο από μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση, με τη νεαρή να κινδυνεύει να
καταλήξει στη φυλακή. Η Δικαιοσύνη έπαιξε κι εδώ το ρόλο της, τον πατριαρχικό
και τον ρατσιστικό.
Αν
και δεν πρόκειται για δίκη, όπως ήταν το θέμα της ομιλίας μου, δεν θα
παραλείψουμε να αναφερθούμε στο τραγικό περιστατικό της Πάρου, το περασμένο
καλοκαίρι, όπου υπήρξε σεξουαλική επίθεση με βαριά σωματική βλάβη εναντίον μιας
15χρονης κοπέλας, η οποία δεν έχει ακόμα συνέλθει. Γι’ αυτό τον βιασμό
συνελήφθη και παραπέμφθηκε ένας μετανάστης Πακιστανός, πράγμα που σε καμιά
περίπτωση δεν μπορεί να οδηγήσει τους αντιρατσιστές και αντιρατσίστριες στη
μείωση της σημασίας του. Απλώς, πρέπει να αναφέρω εδώ ότι υπάρχουν και κάποιες
αμφιβολίες ως προς τον δράστη.
Τουρίστριες: Υπήρχαν και κάποιες δίκες για βιασμούς,
όπου οι καταγγέλλουσες ήταν τουρίστριες. Εκεί, το πάρτι των τοπικών κοινωνιών
και της Δικαιοσύνης ξεπερνάει κάθε όριο. Στην περίπτωση της Σουηδέζας «Άννα»,
την οποία μάθαμε από την Ευρωβουλεύτρια και εισηγήτρια της έκθεσης για τη βία
κατά των γυναικών στο Ευρωκοινοβούλιο Eva-Britt Svenson, η «Άννα» υπέστη βιασμό
και σωματικές βλάβες κατά τη διάρκεια των διακοπών της στη Σάμο, το 2008. Η
κοπέλα έκανε μήνυση, η οποία έκλεισε το 2009, και η ετυμηγορία που στάλθηκε
στην «Άννα» λέει ότι είναι πολύ συνηθισμένο οι σκανδιναβές γυναίκες να
καταγγέλλουν Έλληνες για βιασμό, για να λάβουν χρήματα από ασφαλιστική κάλυψη.
Το
2010 η «Άννα» έλαβε νέα επιστολή από ελληνικό δικαστήριο με την οποία η ίδια
παραπέμπεται για ψευδή καταμήνυση και δυσφήμιση. Και η διαδικασία είχε οριστεί
για το Μάιο του 2011.
Σε
επιστολή διαμαρτυρίας προς την Ελληνική Πρεσβεία της Στοκχόλμης, ενάντια σ’
αυτή την μεταχείριση της Σουηδέζας, ο Jan Tordsson, ενεργός πολίτης από το
Växjö της Σουηδίας, εξέφρασε την ανησυχία του για την υπόθεση, και πήρε την
εξής απάντηση από τον εμπορικό ακόλουθο: «Αντίθετα, φίλε μου, εσύ θα έπρεπε να
ντρέπεσαι για την συμπεριφορά των σουηδών γυναικών κατά τις διακοπές τους σε
άλλα μέρη του κόσμου αλλά και με τους ξένους πολίτες στην δική τους χώρα».
Ευτυχώς, η δήλωση αυτή δεν υιοθετήθηκε από το ελληνικό κράτος και ο διπλωμάτης
εξαναγκάστηκε να φύγει από τη θέση του.
Η
ευρωβουλεύτρια καταλήγει στην καταγγελία της:
Το
μόνο που θέλουμε είναι να διαμαρτυρηθούμε ενάντια στην μισογύνικη μεταχείριση
της «Άννα» από την ελληνική δικαιοσύνη, από την πρεσβεία στη Σουηδία και για
τις ρατσιστικές γνώμες που εκφράστηκαν από αυτές τις δύο πλευρές και διαδόθηκαν
στα ελληνικά μίντια.
Στη
συνέχεια έγινε μεγάλη συζήτηση στη Σουηδία για τον κίνδυνο του βιασμού, με
αποτέλεσμα να υπάρξει μείωση του τουριστικού ρεύματος προς την Ελλάδα.
Ο
βιαστής με την τυρόπιττα: Η άλλη
περίπτωση είναι αυτή που ακούστηκε πολύ τελευταία, για τον κατά συρροήν βιαστή
τουριστριών, το 2005, για τον οποίο είχαν γίνει 4 καταγγελίες από τουρίστριες
στο αστυνομικό τμήμα της Ακρόπολης. Η αστυνομία δεν είχε δώσει προφανώς μεγάλη
σημασία στις καταγγελίες, μέχρι την τελευταία περίπτωση, που η κοπέλα βρέθηκε
βιασμένη και αναίσθητη στο νοσοκομείο, όπου ουσιαστικά υπήρξε κίνδυνος για τη
ζωή της. Ο βιαστής αυτός, 53 ετών τότε, γνώριζε νέες κοπέλες στην Πλάκα, τους
πρότεινε να τις ξεναγήσει στις αρχαιότητες, μετά από λίγο τους πρόσφερε μια
τυρόπιττα όπου μέσα είχε βάλει το βαρύ υπνωτικό χάπι STILNOX, ύστερα τις
πήγαινε για να πιουν ποτό, όπως το «νέκταρ» που έπιναν οι Θεοί για να έρθουν
στο πνεύμα τις αρχαιότητας, στη συνέχεια τις πήγαινε υποβασταζόμενες στο
ξενοδοχείο, τις βίαζε και έφευγε. Το χάπι αυτό έχει αντένδειξη συνδυασμού με
αλκοολούχα ποτά, γιατί φέρνει παραισθήσεις, παράλυση και άλλες παρενέργειες.
Πράγμα που το γνώριζε ο βιαστής και γι’ αυτό το χορηγούσε μυστικά στις γυναίκες
που σκόπευε να βιάσει.
Η
αστυνομία τελικά έβγαλε λαγωνικά στην περιοχή δράσης του, που σύντομα τον
βρήκαν, τον αναγνώρισαν και οι τέσσερεις καταγγέλλουσες, δύο Αυστραλέζες, μια
Καναδή και μια από βόρεια ευρωπαϊκή χώρα. Ο βιαστής αυτός συνελήφθη,
παραπέμφθηκε και έμεινε κρατούμενος για ενάμισυ χρόνο, μέχρι τη δίκη του για τη
μία περίπτωση, με καταδίκη 5 ετών κάθειρξη, και ελεύθερος μετά μέχρι το Εφετείο
που ολοκληρώθηκε τον Απρίλιο του 2012. Δηλαδή χρειάστηκε από το 2005 μέχρι το
2012 για την τελεσιδικία, που όμως έχει παραπεμφθεί στον άρειο Πάγο, όπου και
κάναμε τις διαμαρτυρίες μας στις 8 Φεβρουαρίου, διαμαρτυρίες που καταγράφηκαν
αρκετά στα ΜΜΕ λόγω της ευαισθητοποίησης που είχε δημιουργηθεί με τον φόνο της
Ζωής Νταλακλίδη, αλλά και λόγω του γεγονότος ότι συνήγορος του βιαστή αυτού
είναι εδώ και λίγους μήνες η βουλεύτρια του ΣΥΡΙΖΑ Κωνσταντοπούλου, κάτι που
επισύρει μεγάλη απαξία για την αριστερά. Για τις τρεις άλλες καταγγέλλουσες οι
δίκες δεν έχουν αρχίσει ακόμα, αν το πιστεύετε, λόγω των συνεχών αναβολών που
αφ’ ενός ζητούνται και αφετέρου δίδονται από τα δικαστήρια. Δηλαδή, από το 2005
έως το 2013, οι δίκες δεν έχουν ξεκινήσει ακόμα. Αυτό χρεώνεται στο δικαστικό
σύστημα, το οποίο δέχεται ή πιέζεται για αναβολές επί αναβολών, με αποτέλεσμα
την ατιμωρησία του βιαστή αυτού και συνεπώς του βιασμού γενικότερα.
Θα
καταλήξουμε όμως με κάτι αισιόδοξο: Ότι οι αγώνες του γυναικείου κινήματος
έχουν εγγραφεί και στη νομοθεσία και, αδύναμα βέβαια, στην κοινωνία, κι αυτή
ήταν η βαθύτερη αιτία της κατεδάφισης του Ντομινίκ Στρος Καν, διευθυντή του
Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου, από μια απλή καμαριέρα του ξενοδοχείου Σόφιτελ.
Η καμαριέρα κατάγγειλε το βιασμό της, αυτός συνελήφθη και εξευτελίστηκε μπροστά
σε όλη την κοινωνία, ενώ τα αδηφάγα ΜΜΕ έπαιξαν σ’ αυτή την περίπτωση θετικό
ρόλο. Η αμερικανική δικαιοσύνη, όπως ξέρουμε, δεν πήγε μέχρι το τέλος την
υπόθεση, αφού την έκλεισε μετά μερικούς μήνες επειδή η καμαριέρα «έλεγε
ψέματα», για παράδειγμα όταν ζητούσε άδεια παραμονής στη χώρα. Δηλαδή είχε πει
ψέματα για κάτι άσχετο, αλλά βρήκαν την ευκαιρία να συμψηφίσουν. Στο μεταξύ,
είχαν βγει στην επιφάνεια πολλές περιπτώσεις σεξουαλικής κατάχρησης και
παρενόχλησης που αυτός είχε κάνει στο παρελθόν, με αποτέλεσμα να απαξιωθεί
πλήρως και σήμερα να είναι ένας απλός «άνεργος» παρ’ ολίγον πρόεδρος της Γαλλικής
Δημοκρατίας. Τώρα περιορίζεται να οργανώνει διεθνή πάρτι μαστροπίας, για τα
οποία έχει παραπεμφθεί από τη γαλλική Δικαιοσύνη για να δικαστεί.
Καταλήγοντας
θέλω να πω ότι ο βιασμός είναι ένα αυτόνομο κακούργημα, είναι βαριά παραβίαση
του σώματος της γυναίκας, της αυτονομίας της, της αυτοδιάθεσής της και της
αξιοπρέπειάς της. Πάντα περιβάλλεται από διάφορες σκοπιμότητες, είτε πολιτικές
είτε κοινωνικές, όπως φάνηκε και από τα πραγματικά παραδείγματα που ανέφερα,
πράγμα που εμείς πρέπει να απαιτήσουμε να σταματήσει. Δεν πρέπει να δεχόμαστε
κανένα συμψηφισμό ή μονομέρεια, αν θέλουμε να εξυπηρετήσουμε πραγματικά το
δικαίωμα των γυναικών να ζουν χωρίς βία ή φόβο βίας ή βιασμού. Ζητούμε νέους
νόμους που να σέβονται ακριβώς αυτή την αυτονομία, ζητάμε η δίωξη να γίνεται
πραγματικά αυτεπάγγελτα, γιατί ο ελληνικός νόμος έχει μεγάλο παράθυρο, και
ζητάμε πρωτόκολλο λειτουργίας των δημοσίων αρχών το οποίο πρέπει να ακολουθούν
σε τέτοια περίπτωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου