Εκ μέρους της πρωτοβουλίας κατά της ομοφοβίας Ξάνθης, σας καλωσορίζουμε
στην αποψινή εκδήλωση στο Πολυτεχνείο
Ξάνθης. Χαίρομαι πάρα πολύ και νιώθω πολύ συγκινημένη που όλος αυτός ο
κόσμος σήμερα, γυναίκες, άνδρες,
παιδιά από την Ξάνθη, την Αθήνα, τη
Θεσσαλονίκη, την Κομοτηνή, την Καβάλα
και άλλες πόλεις της Ελλάδας συγκεντρώθηκε σήμερα εδώ. Κάποιοι άνθρωποι μάλιστα είναι άυπνοι και ταξίδευαν
όλο το βράδυ για να είναι σε αυτή τη διαδήλωση.
Όλες και όλοι εμείς λοιπόν βγήκαμε στο δρόμο, φωνάξαμε συνθήματα, διαδηλώσαμε για τη βία
κατά των γυναικών προσπαθώντας έστω και για λίγο να σπάσουμε τις σιωπές που
υπάρχουν γύρω από το ζήτημα της βίας
κατά των γυναικών στην Ξάνθη, στην Ελλάδα
αλλά και παγκόσμια.
Η Πρωτοβουλία κατά της ομοφοβίας είναι μια νεοσύστατη ομάδα η οποία
υπάρχει και δρα στην πόλη της Ξάνθης. Η ομάδα μας είναι άτυπη και δεν έχουμε
σχέση με κάποιο κόμμα. Ασχολούμαστε, κάνουμε
δράσεις και εκφράζουμε λόγο γύρω από ζητήματα που αφορούν στο φύλο και στη
σεξουαλικότητα. Μέσα από τις εκδηλώσεις μας, μας ενδιαφέρει να αναδείξουμε την ομοφοβία και το σεξισμό ως
κεντρικές μορφές εξουσιαστικών σχέσεων από
τις οποίες πάσχει η ελληνική κοινωνία. Η ομοφοβία και ο σεξισμός είναι οι
βασικές αιτίες που γεννούν απόρριψη, μίσος,
βία, καταπίεση. Και προκαλούν τον αποκλεισμό των ομοφυλόφυλων
ατόμων και των γυναικών από βασικά
δικαιώματα. Στόχος μας είναι να παλέψουμε ενάντια στην ομοφοβία και το σεξισμό
που εκδηλώνονται γύρω μας με διάφορους
τρόπους, να σταθούμε σύμμαχοι και να
αγωνιστούμε στο πλευρό οποιουδήποτε ανθρώπου καταπιέζεται λόγω καταγωγής, χρώματος , θρησκείας, αναπηρίας, κοινωνικής τάξης. Στο μικρό διάστημα της ύπαρξής
μας, διοργανώσαμε προβολές, κάναμε
μεταφράσεις, συμμετείχαμε σε πορείες, βγάλαμε αφίσες καταγγελτικές για το
σεξισμό και την ομοφοβία.
Ως Πρωτοβουλία κατά της ομοφοβίας
πραγματοποιήσαμε σήμερα αυτό το πανελλαδικό κάλεσμα για πορεία στην Ξάνθη γιατί
θέλουμε να καταγγείλουμε μαζικά τη βία κατά των γυναικών, η οποία σημειώνεται
με αδιάκοπο ρυθμό σε όλες τις μεριές του κόσμου από την Ινδία έως την
Ξάνθη. Όμως, δυστυχώς για να μαζευτούμε
πολλές και πολλοί, για να αντιδράσουμε, να φωνάξουμε και να καταδικάσουμε τη
βία κατά των γυναικών, χρειάστηκε να
υπάρξει άλλο ένα θύμα της σεξιστικής βίας εδώ στην πόλη μας. Μια ακόμα γυναίκα, η Ζωή Δαλακλίδου, που έπεσε θύμα βιασμού και
δολοφονίας, στις 26 Δεκεμβρίου στο κέντρο της
Ξάνθης. Εμείς θελήσαμε σήμερα να δώσουμε μια πολιτική απάντηση, μια
φεμινιστική απάντηση, ένα γυναικείο λόγο σε αυτό το σεξουαλικό έγκλημα που έγινε στην Ξάνθη, αλλά και σε όλα αυτά που γίνονται στον κόσμο.
Θέλουμε να ορίσουμε τις αποστάσεις μας από τις εκφράσεις αυτοδικίας που διατυπώθηκαν
από ένα μέρος της τοπικής κοινωνίας, η
οποία θέλησε να λιντσάρει το δολοφόνο, επικαλέστηκε τη θανατική ποινή και εξέφρασε
μια σειρά βασανιστηρίων που θα τον τιμωρούσαν. Επίσης,
πριν καν αποκαλυφθεί η ταυτότητα του δολοφόνου, από θεσμικά όργανα του
κράτους, καθώς και από ντόπιες ομάδες, είχε αρχίσει να δημιουργείται ένα
ρατσιστικό κλίμα με βίαιες διαθέσεις το οποίο υποπτεύονταν ως ένοχο κάποιον
μετανάστη ή μουσουλμάνο. Εμείς θέλουμε
να απαντήσουμε σε αυτή τη μερίδα του κόσμου
πως οι βιαστές δεν έχουν εθνικότητα και πως η θανατική ποινή και τα
βασανιστήρια είχαν θέση μόνο στο μεσαίωνα.
Σήμερα το λιγότερο που μπορούμε να κάνουμε ως απάντηση στη γυναικεία
κακοποίηση είναι να σπάσουμε τη σιωπή
και να μιλήσουμε για τη βία κατά των γυναικών ως ένα ζήτημα δημόσιο και
πολιτικό, να αναδείξουμε τους λόγους που
τη καλλιεργούν και τη συντηρούν και να
αναζητήσουμε τα εργαλεία για μια κοινωνία χωρίς έμφυλη βία. Κοντά μας
έχουμε γυναίκες και ομάδες οι οποίες έχουν ασχοληθεί και έχουν παλέψει με
διαφορετικό τρόπο η κάθε μια για τα έμφυλα ζητήματα.
Η Σίσσυ Βωβού είναι μέλος της
Φεμινιστικής Πρωτοβουλίας για την εξάλειψη της βίας κατά των γυναικών. Η Σάνη είναι
μέλος της αυτόνομης ομάδας και του περιοδικού Terminal 119. Η Δήμητρα Κογκίδου
είναι καθηγήτρια Ψυχολογίας στο Παιδαγωγικό Τμήμα
Δημοτικής Εκπαίδευσης του Αριστοτέλειου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης.
Θα ξεκινήσουμε την αποψινή εκδήλωση με την εισήγηση της
πρωτοβουλίας κατά της ομοφοβίας από τις
Φιλίππα, Νικολέτα, Ευτυχία, Ηρώ και Δανάη. Στην εισήγησή μας θα αναπτύξουμε το
φαινόμενο της βίας κατά των γυναικών ως ένα πλέγμα πολλών παραγόντων που τη
δημιουργούν και τη συντηρούν στο οποίο εμπλέκονται: οι θυματοποιημένες
γυναίκες, η υποκριτική οικογένεια, τα συγκαλυπτικά ΜΜΕ, η μισογυνική θρησκεία,
το μεροληπτικό δικαστικό σύστημα για το οποίο θα μιλήσει η Σίσσυ Βωβού και το
σεξιστικό σχολείο για το οποίο θα μιλήσει η Δήμητρα Κογκίδου.
Μια πρόχειρη έρευνα για
τη γυναικεία κακοποίηση
Ως ομάδα θεωρούμε έγκλημα κατά των γυναικών όχι μόνο τη
δολοφονία, αλλά οποιαδήποτε μορφή σωματικής και ψυχολογικής βίας: απαξίωση,
απειλές, απομόνωση, αποκλεισμός, βιασμός, βρισιά, δολοφονία, εκβιασμός,
εκφοβισμός, έλλειψη /παρεμπόδιση πρόσβασης στην εκπαίδευση και την ιατρική
περίθαλψη, ενδοοικογενειακή βία, ενδυματολογικός παρεμβατισμός, εξαναγκαστική
εκπόρνευση/ εγκυμοσύνη/έκτρωση, κάψιμο, κλειτοριδεκτομή, λεκτικές προσβολές,
ξυλοδαρμός, παραβίαση της ατομικότητας, περιορισμός ανεξαρτησίας, σεξουαλική
παρενόχληση, ταπείνωση, τράφικινγκ, ψυχολογική βία.
Τα παγκόσμια στατιστικά δεδομένα δείχνουν ότι ο αριθμός των γυναικών
που κακοποιούνται καθημερινά είναι
τεράστιος. Οι γυναίκες που πέφτουν
θύματα βιασμού παγκοσμίως είναι αναρίθμητες.
Το να παρουσιάσουμε έναν συγκεκριμένο αριθμό για τα στατιστικά βιασμών,
θα ήταν αβάσιμο μιας και στην πλειονότητά τους τα περισσότερα περιστατικά δεν
καταγγέλλονται. Στην Ελλάδα οι βιασμοί
σύμφωνα με επίσημες στατιστικές της ελληνικής αστυνομίας είναι περίπου 250 το
χρόνο, όμως στην πραγματικότητα υπολογίζονται σε 4.500 το χρόνο, δηλαδή δώδεκα βιασμοί την ημέρα. Μια πρόχειρη έρευνα στο διαδίκτυο που θα παρουσιάσουμε δεν
μπορεί να είναι αντιπροσωπευτική
της γυναικείας κακοποίησης, είναι όμως ενδεικτική. Μια πιο ενδελεχής παρουσίαση θα απαιτούσε μια
συστηματική έρευνα από μέρους μας σε πολλαπλούς διαδικτυακούς κόμβους και σε στατιστικά αρχεία. Στα παρακάτω περιστατικά δεν περιλαμβάνονται
οι καλοκαιρινοί μήνες κατά τους οποίους οι βιασμοί πολλαπλασιάζονται.
Παρουσιάζουμε
μόνο κάποια στοιχεία που συλλέξαμε για τους τελευταίους μήνες:
Το Φεβρουάριο:
στην Ινδία βιάστηκαν και δολοφονήθηκαν τρία
κορίτσια 6, 9 και 11 ετών
στην
Αθήνα στο Δαφνί βιάστηκε από το νοσοκόμο
της μια νοσηλευόμενη
στις Σέρρες
βιάστηκε ανήλικη από ανήλικο συμμαθητή της
στην
Αταλάντη βιάστηκε μια γυναίκα από κτηνοτρόφο
στο Μεξικό
6 χρονη μένει έγκυος και γεννάει μετά από βιασμό συγγενικού προσώπου
στην Κύπρο θύμα βιασμού πέφτει 16χρονη από
64χρονο
στη
Θεσσαλονίκη ηλικιωμένη θύμα ληστείας
βρέθηκε δεμένη και νεκρή
Το Γενάρη:
στη Θεσσαλονίκη ομαδικός βιασμός 13χρονης
από 14χρονους συμμαθητές της
στην Αθήνα
βιασμός γυναίκας από κατά εξακολούθηση βιαστή που είχε βιάσει 18χρονη, και
65χρονη…να σημειώσουμε ότι ήταν οικογενειάρχης
Στη
Μονεμβάσια βρέθηκε 77χρονη δολοφονημένη
στο
Ηράκλειο βιάστηκε 18χρονη
Στην
Κάρυστο μια γυναίκα βασανίστηκε και δολοφονήθηκε από δυο συγχωριανούς της με κίνητρο τη ληστεία
Στη Λέσβο
μια 40χρονη δολοφονήθηκε από το σύζυγο της
Στη
Μανωλάδα 40χρονη γυναίκα δολοφονείται
από το σύζυγό της
Σε χωριό
της Ηλείας δυο άντρες 23 και 37 ετών βίασαν
ανήλικη
Το Δεκέμβρη
Σε χωριό
της Πάτρας ληστές βίασαν μια 50χρονη
γυναίκα
Στη
Λάρνακα 26χρονη φοιτήτρια βιάστηκε από συμφοιτητή της
Στην Πάφο
δολοφονήθηκε γυναίκα και η 3χρονη κόρη της από το σύντροφο της
Σε χωριό
του Ηρακλείου βιάστηκε 77χρονη γυναίκα
Τον Οκτώβρη
στη
Λειβαδιά 24χρονη βιάζεται από συνομήλικο φίλο της
στη Ρόδο
ηλικιωμένος βίαζε γυναίκα με νοητική στέρηση
Στην Ινδία
γυναίκα θύμα βιασμού από αστυνομικούς
Στην
Αυστραλία γυναίκα βρέθηκε βιασμένη
και θαμμένη σε χωματόδρομο
Το σεξουαλικό έγκλημα που συνέβη πρόσφατα στην Ξάνθη δεν αποτελεί ένα
μεμονωμένο περιστατικό. Πρέπει να πούμε πως στην περιοχή της Ξάνθης έχουν γίνει
και άλλες κακοποιήσεις γυναικών οι οποίες δεν έτυχαν προβολής. Το 2010 άντρας
δολοφόνησε τη σύντροφο του. Το 2011
σύμφωνα με επίσημα στοιχεία της αστυνομίας 10 γυναίκες κατήγγειλαν ότι έπεσαν
θύματα βιασμού. Την ίδια χρονιά σημειώθηκε ομαδικός βιασμός 13 χρονης από
συνομηλίκους της σε χωριό της Ξάνθης. Το 2012 πάλι σε χωριό της Ξάνθης
πραγματοποιήθηκε σεξουαλική κακοποίηση ανήλικου κοριτσιού από ανήλικα αγόρια,
το οποίο προηγουμένως είχε δεχτεί κακοποίηση από πρόσωπο του συγγενικού
περιβάλλοντος. Το Γενάρη του 2013 δολοφονήθηκαν σε χωριό της Ξάνθης δυο
γυναίκες με κίνητρο τη ληστεία.
Από την παρουσίαση των παραπάνω
περιστατικών, τα περισσότερα από τα οποία προέρχονται από τον ελλαδικό χώρο,
γίνεται κατανοητό πως οι βιαστές και οι άνδρες που κακοποιούν τις γυναίκες δεν
έχουν κάποιο ειδικό προφίλ. Είναι άνδρες όλων των ηλικιών, όλων των
εθνικοτήτων, όλων των θρησκειών, όλων των κοινωνικών τάξεων.
Η πατριαρχική κοινωνία
Το θεμέλιο
της γυναικείας κακοποίησης είναι η πατριαρχική κοινωνία μέσα στην οποία
διαμορφώνονται οι έμφυλες σχέσεις. Η πατριαρχία αποτελεί ένα σύστημα σχέσεων
στο οποίο γίνεται πράξη η αντίληψη πως την εξουσία στην κοινωνία και στην
οικογένεια την έχει ο άνδρας. Πρόκειται για την ιεραρχική σχέση πάνω στην οποία
δομείται η γυναικεία καταπίεση και η εξουσία του άνδρα πάνω στην γυναικεία
υπόσταση και στο γυναικείο σώμα. Οι άνδρες ανατρέφονται μέσα σε πατριαρχικές
κοινωνίες οι οποίες δεν αμφισβητούν αλλά διαιωνίζουν ένα πατριαρχικό μοντέλο το
οποίο ταυτίζεται με την εικόνα του αρρενωπού άνδρα που επιβάλλεται στη γυναίκα
αλλά και στους άνδρες που δεν
ανταποκρίνονται στο πατριαρχικό μοντέλο και έτσι εδραιώνει τη θέση του στην
κοινωνία και την οικογένεια. Η ανδρική
ταυτότητα χτίζεται και αναπτύσσεται βασιζόμενη πάνω στην αίσθηση κυριαρχίας και
στον έλεγχο απέναντι στη γυναικεία ταυτότητα η οποία παρουσιάζεται
ανολοκλήρωτη, αδύναμη, εξαρτημένη.
Οι πατριαρχικές αντιλήψεις αναπαράγουν τους παραδοσιακούς έμφυλους
ρόλους που θέλουν τη γυναίκα μητέρα και τον άνδρα κυνηγό και αρχηγό της
οικογένειας. Ακόμη και σήμερα οι γυναίκες δίνουν αγώνες για να σπάσουν τα
έμφυλα στερεότυπα και η κάθε γυναίκα ανάλογα με τη καταγωγή, την κοινωνική
τάξη, τη σεξουαλικότητά της δίνει ένα ξεχωριστό αγώνα. Αυτό που πρέπει να
συνειδητοποιήσουμε όμως, είναι πως η βία κατά των γυναικών είναι το αποτέλεσμα
της πατριαρχικής δομής της κοινωνίας, είναι η πατριαρχία που κάνει όλες
τις γυναίκες μικρές και μεγάλες, πλούσιες και φτωχές, μορφωμένες και
αμόρφωτες, σε όλα τα σημεία αυτού του κόσμου να υφίστανται από τους άνδρες,
λεκτική ψυχολογική και σωματική βία.
Οι θυματοποιημένες γυναίκες
Αναγνωρίζουμε
ως βασικό παράγοντα της θυματοποίησης των γυναικών την εξουσιαστική δομή στη
σχέση μεταξύ ανδρών και γυναικών όπου η ανδρική κυριαρχία, ο έλεγχος και η
γυναικεία υποταγή είναι δεδομένες. Η υποταγή και ο έλεγχος των γυναικών
πραγματοποιούνται κυρίως μέσω της απειλής σωματικής βίας εναντίον τους. Οι
γυναίκες κάτω από τέτοιες συνθήκες βιώνουν κάτι κοινό: εσωτερικεύουν την
καταπίεση της πατριαρχικής κοινωνίας έτσι όπως αυτή εκδηλώνεται μέσα στην
οικογένεια, το σχολείο και το εργασιακό περιβάλλον. Αποδέχονται τον ρόλο που
τους αποδίδεται και δεν αντιδρούν. Αυτό εξηγεί εν μέρει και το γεγονός ότι σε πολλές περιπτώσεις ακόμα και αν
εξαλειφθούν οι εξωτερικοί περιορισμοί αυτές εξακολουθούν να καταπιέζουν τον
εαυτό τους. Οι γυναίκες θύματα σεξουαλικοποιημένης βίας σιωπούν, κλείνονται
στον εαυτό τους, χάνουν τον αυτό-σεβασμό και την αυτό-πεποίθηση τους, η
αυτό-εκτίμηση τους μειώνεται, νιώθουν παγιδευμένες και συχνά παρουσιάζουν
συμπτώματα μελαγχολίας και κατάθλιψης. Το «θύμα» έχει την τάση
αυτό-ενοχοποίησης, αισθάνεται ντροπή , είναι παθητικό και ευάλωτο δεν
καταγγέλλει αλλά αποκρύπτει το βίωμα του. Η καχυποψία με την οποία αντιμετωπίζονται
φυσικά τέτοιου είδους καταγγελίες, που συχνά μένουν ατιμώρητες και η γενικότερη
μηδενική υποδομή περίθαλψης κακοποιημένων γυναικών ενισχύουν την στάση αυτή.
Η χρήση όμως του όρου «θύμα» είναι δυνατόν να διαιωνίσει και να
επιβεβαιώσει την στερεοτυπική εικόνα της αδύναμης γυναίκας που αναπαράγεται σε
όλα τα επίπεδα της κοινωνικής ζωής αλλά και της επιστήμης, η οποία είναι σε
μεγάλο βαθμό υπεύθυνη και αυτή για τον πατριαρχικό έλεγχο των γυναικών. Για τον
λόγο αυτό δεν θα μείνουμε παραπάνω στο ατομικό/προσωπικό βίωμα των γυναικών
καθώς μια τέτοια προσέγγιση τοποθετεί την αιτία και την λύση του προβλήματος
στο ίδιο το άτομο και αποσιωπά την κοινωνική και πολιτική καταπίεση.
Αντίστοιχα, δεν θα παθολογικοποιήσουμε την προσωπικότητα του καταπιεστή/σεξιστή/βιαστή
γιατί δεν πρόκειται για μια ψυχολογικά διαταραγμένη
προσωπικότητα αλλά μια προσωπικότητα διαμορφωμένη μέσα στις πατριαρχικές δομές.
Γιατί δεν πρόκειται για ράτσα ειδική αλλά για άντρες καθημερινούς, άντρες φορείς μιας βίαιης κουλτούρας αρρενωπότητας.
Η κουλτούρα αυτή επιβεβαιώνει την αντρική κυριαρχία μέσα από λεκτικές προσβολές,
βρισιές, σεξιστικά ανέκδοτα, δηλώσεις για τις ικανότητες των γυναικών σε
διάφορους τομείς που υποτίθεται αποδεικνύουν την κατωτερότητα των γυναικών. Η
κουλτούρα αυτή υποβιβάζει την γυναίκα σε αντικείμενο, σε μέσο αναψυχής και
εμπορίου. Έτσι, χάνει την ανθρώπινη υπόσταση και αξία της και γίνεται
ευκολότερα αντικείμενο βίας και βιασμού. Η κυρίαρχη άποψη έτσι όπως εκφράζεται
και μέσα από τα ΜΜΕ δικαιολογεί και απενοχοποιεί την σεξουαλικοποιημένη βία
χαρακτηρίζοντας την πράξη ως «έγκλημα πάθους». Παρέχει με αυτόν τον τρόπο στον
άντρα το άλλοθι του πάθους και
διευκολύνει την επακόλουθη θυματοποίηση των γυναικών.
Η βία κατά των γυναικών είναι σύμπτωμα
των καταπιεστικών εξουσιαστικών δομών και θεσμών της κοινωνίας που κρατούν την γυναίκα
σε κατάσταση υποτέλειας, περιθωριοποίησης και διακρίσεων. Είναι μια στρατηγική
άσκησης εξουσίας και ελέγχου πάνω στη ζωή ενός άλλου ατόμου και ακυρώνει την
ελευθερία του. Κατά αυτήν την έννοια, η θυματοποίηση των γυναικών δεν μπορεί να
απομονωθεί από την δομική, θεσμική και συλλογική θυματοποίηση ευρύτερων ομάδων
και μειονοτήτων όπως είναι οι ομοφυλόφιλοι, οι μετανάστες, τα άτομα με
αναπηρίες.
Συγκαλυπτική
οικογένεια
Όσον αφορά την ενδοοικογενειακή βία μόλις τον Αύγουστο του 2006,
ψηφίστηκε νόμος βάσει του οποίου συμπεριφορές που μέχρι τώρα δεν
χαρακτηρίζονταν καν ως αξιόποινες, πλέον ορίζονται ως εγκληματικές. Ενώ ο
συζυγικός εξαναγκασμός σε συνουσία μετατρέπεται σε κακουργηματική πράξη.
Κατά τη δεκαετία του 70, γνωστός ψυχίατρος δήλωνε ότι “η βία είναι
βασικό στοιχείο της ανδρικής σεξουαλικότητας”. Καθώς και ότι συχνά η ανασφάλεια
που μπορεί να νιώσει ένας άντρας για τον ανδρισμό του δύναται να μετατραπεί σε
οργή, οργή την οποία μπορεί να θελήσει να διοχετεύσει στην ερωτική πράξη με
μορφή “παιχνιδιών”. Παιχνίδια, όμως, τα οποία συχνά θεωρεί ότι δε μπορεί να του
τα αρνηθεί η γυναίκα, καθώς ο σεξουαλικός εξαναγκασμός μέσα στο γάμο δεν
υφίσταται νομικά, ούτε γίνεται δεκτός από την κοινωνία.
Φτάνοντας
στο σήμερα, σχεδόν 40 χρόνια μετά και ενώ νομικά πλέον έχει θεσμοθετηθεί ο
βιασμός της γυναίκας μέσα στο γάμο, σε επίπεδο κοινωνίας λίγα είναι αυτά που
έχουν αλλάξει. Συχνά η γυναίκα επηρεαζόμενη από αυτές ακριβώς τις αντιλήψεις
γύρω από τις υποχρεώσεις της απέναντι στο σύζυγο νιώθει αναγκασμένη να καλύψει
τις σεξουαλικές ανάγκες του, χωρίς να θεωρεί την πράξη αυτή βιασμό.
Σημαντικό, επίσης, είναι στο σημείο αυτό να αναφερθούμε στη σημασία που
προσδίδει η κοινωνία στην ικανοποίηση ή ακόμα και στην ύπαρξη των σεξουαλικών
αναγκών της γυναίκας. Ενώ αναγνωρίζει τη σημασία της ικανοποιητικής σεξουαλικής
επαφής για τον άντρα, δεν υφίσταται το ίδιο και για τη γυναίκα. Αυτό σε
συνδυασμό με τα παραπάνω μπορεί να οδηγήσει μια γυναίκα στην υιοθέτηση σεξουαλικών
και όχι μόνο συμπεριφορών που μόνο στόχο έχουν την ικανοποίηση του συζύγου και
ποτέ τη δική της. Ακόμα, λοιπόν, και αν η γυναίκα φαινομενικά δεν υφίσταται
σεξουαλική βία, στην πραγματικότητα υφίσταται μια άλλη μορφή βίας εξίσου
καταστροφική, τη συναισθηματική βία μέσω της οποίας επέρχεται η χειραγώγηση.
Επομένως, πέρα από τις κραυγαλέες περιπτώσεις σωματικής βίας, οφείλουμε να
αναδείξουμε και αυτές τις μορφές συγκαλυμμένης βίας που κρατούν τη γυναίκα
δέσμια σε μία κατάσταση.
Η γυναίκα όφειλε, κυρίως στο παρελθόν αλλά συχνά ακόμα και σήμερα, να
ενημερώνει- να ζητάει άδεια από το σύζυγο της για τις κοινωνικές της εξόδους,
αυτό βέβαια και στο πλαίσιο της οικονομικής εξάρτησης που συχνά απαντάται. Το
πατριαρχικό πρότυπο της κοινωνίας βάσει του οποίου η γυναίκα αναθρέφει τα
παιδιά και ο άνδρας φροντίζει για την οικονομική εξασφάλιση τους, έχει παίξει
το σημαντικότερο ρόλο στη διαμόρφωση αυτών των αντιλήψεων και στην υιοθέτηση
αντίστοιχων συμπεριφορών από τα δύο φύλα. Ο άντρας είναι αυτός που είναι υπεύθυνος
για την οικογένεια και ως εκ τούτου και αυτός που έχει δικαιώματα πάνω σε
αυτή.
Συχνά οι συγγενείς, οι γείτονες ξέρουν
για τα περιστατικά βίας, αλλά θεωρούν ότι δεν πρέπει να επέμβουν, δε
χρειάζεται να “ανακατευθούν”. Ακόμα και σε περιστατικά κακοποίησης ανηλίκων
σωματικής ή και σεξουαλικής, η γειτονιά, η ευρύτερη οικογένεια ξέρει,
καταλαβαίνει, αλλά δε μιλάει, επιλέγει να σωπάσει, να συγκαλύψει το έγκλημα.
Άλλωστε δεν είναι λίγες οι μαρτυρίες γυναικών που ενώ βρήκαν το θάρρος να
αντιδράσουν και να προσπαθήσουν να απομακρυνθούν από την εστία βίας, ήρθαν
αντιμέτωπες με έναν οικογενειακό και φιλικό περίγυρο που τους προέτρεψε να
επιστρέψουν στη συζυγική εστία. Άλλωστε συχνές είναι οι φράσεις του τύπου “κάτι
θα έκανες και εσύ”, “έλα μωρέ για μια κακιά στιγμή θα διαλύσεις το σπίτι σου”,
“ε τι να κάνεις, έτσι είναι οι άντρες, δε μπορείς να τους αλλάξεις”
προτροπές τις οποίες καλούνται να
αντιμετωπίσουν εκατοντάδες κακοποιημένες γυναίκες ενώ αναζητούν
υποστήριξη. Προτροπές για να επιστρέψουν σε έναν άρρωστο περιβάλλον που
επηρεάζει και τα παιδιά, τα οποία συχνά αναπαράγουν αυτή την παθογένεια.
Αναφορικά με το βιασμό εκτός γάμου, η
οικογένεια έχει την τάση να προσπαθεί να στηρίξει τη γυναίκα αλλά ταυτόχρονα να
αποφύγει όσον το δυνατόν περισσότερο να μαθευτεί αυτό το γεγονός. Θέλει να το
κρύψει, θεωρεί ότι είναι ντροπή, ότι στιγματίζει όλη την οικογένεια.
Η μισογυνική θρησκεία
Παρακάτω θα προσπαθήσουμε να τεκμηριώσουμε το γιατί πιστεύουμε πως η
θρησκεία είναι στη βάση της και στην πρακτική της μισογυνική. Καταρχάς να
ξεκαθαρίσουμε για ποια θρησκεία μιλάμε. Είναι κοινή μας πεποίθηση πως
όλες οι θρησκείες, άλλες λιγότερο και άλλες περισσότερο έχουν στηρίξει την
ύπαρξη και διαιώνισή τους στην υποταγή της γυναίκας, καθώς είναι άμεσα
διαπλεκόμενες με την πατριαρχική κοινωνία και τους μηχανισμούς της. Πατριαρχία
και θρησκεία είναι δύο συστήματα αλληλοεξαρτώμενα και αλληλοστηριζόμενα. Ο λόγος
τους εκφέρεται από άντρες και εκφράζει τα συμφέροντά τους, οι τελετουργίες τους
δε, εξασκούνται σχεδόν κατά αποκλειστικότητα από αυτούς. Εν προκειμένω
επιλέγουμε να στρέψουμε τους προβολείς του ενδιαφέροντός μας στις δύο κύριες
θρησκείες της τοπικής κοινωνίας όπου ζούμε, δηλαδή τον Ορθόδοξο Χριστιανισμό
και τον Μουσουλμανισμό.
Ας ξεκινήσουμε λοιπόν με το Χριστιανισμό. Οι γυναίκες μέσα στο
χριστιανισμό είναι κατώτερες από το νόμο και τη φύση, υποκείμενες σε μία
κατάσταση μόνιμης τιμωρίας για το προπατορικό αμάρτημα και επιπλέον ακάθαρτες. Δεν εισέρχονται
στο «άγιο βήμα» των εκκλησιών, δεν φορούν ιερά άμφια, δεν αγγίζουν ιερά
αντικείμενα και δεν λαμβάνουν κοινωνία ενώ βρίσκονται σε έμμηνο ρύση, διότι το
αίμα τους θεωρείται μιαρό.
Το προπατορικό αμάρτημα, δηλαδή η πτώση του ανθρώπου από τον παράδεισο, έχει
χρεωθεί από πολύ νωρίς στη γυναίκα. Επιπλέον, μέσα από τον ίδιο μύθο η Εύα δεν
παρουσιάζεται ως ένα πλήρες, αυθύπαρκτο πλάσμα, ως Γυναίκα, αλλά ως τμήμα του
άντρα Αδάμ, προερχόμενη από το πλευρό του, δηλαδή ετεροκαθοριζόμενη. Ας
σημειωθεί ότι ο μύθος αυτός αποτελεί ακρογωνιαίο λίθο και των τριών μεγάλων
μονοθεϊστικών θρησκειών, του Ιουδαϊσμού, του Χριστιανισμού και του
Μουσουλμανισμού, καθώς η Παλαιά Διαθήκη είναι ιερό βιβλίο και των τριών.
Η
Ορθόδοξη πίστη βρίθει από υποτιμητικές αναφορές στη γυναίκα δια στόματος
μεγάλων και σεβαστών Πατέρων και εκπροσώπων της Εκκλησίας. Η πάγια αντίληψη της
θρησκείας είναι ότι ντύνεται προκλητικά «εκμαυλίζει» τους αθώους νέους άντρες
και ανάβει τον αμαρτωλό πόθο μέσα τους, με αποτέλεσμα αυτοί να υποπίπτουν σε
παραπτώματα, όπως είναι ο βιασμός και η δολοφονία από πάθος. Άρα η γυναίκα
είναι υπεύθυνη για το βιασμό που θα υποστεί καθώς και για τη δολοφονία της. Ας
καθίσει λοιπόν στο σπίτι ήσυχη, σεμνά ενδεδυμένη και κυρίως υποταγμένη «να
εκτελεί τις οικιακές εργασίες», για τις οποίες βεβαίως είναι προορισμένη, ώστε
να την ανέχεται τουλάχιστον ο άντρας της.
Ένα άλλο σημαίνον
με μεγάλη συμβολική σημασία, που συναντάμε συχνά σε χριστιανικά κείμενα, είναι και η ταύτιση της γυναίκας με το
Απόλυτο Κακό, το Διάβολο. Η δαιμονοποίηση της γυναίκας είναι ένα έργο σατανικό
που έχει υποδαυλιστεί σε υπερθετικό βαθμό από τη χριστιανική θρησκεία και την
εκκλησία της και έχει ασκήσει μεγάλη επιρροή στη διαμόρφωση της κοσμοθεωρίας
πολλών ανδρών. Φυσικά δεν μπορούμε εδώ να μην αναφέρουμε την καύση στην πυρά
χιλιάδων γυναικών κατά το Μεσαίωνα, με την κατηγορία ότι είναι Μάγισσες. Οι
γυναίκες αυτές κατά κύριο λόγο κατείχαν γνώσεις ιατρικής και βοτανολογίας.
Κοινή πεποίθηση της καθεστηκυίας τάξης ήταν, πως η καύση τους στην πυρά, είχε
μοναδικό σκοπό την λύτρωσή τους.
Όμως
αυτές οι ανήκουστες πράξεις ανήκουν σε άλλες εποχές και σε άλλο δόγμα, στους
Καθολικούς. Στα δι’ ημάς και στο σήμερα αρκούμαστε σε άλλου τύπου απαγορεύσεις,
ομολογουμένως πιο πολιτισμένες. Μια τόσο ανθεκτική στο χρόνο εκκλησιαστική
εμμονή αφορά στην εμφάνιση των γυναικών και στη διαρκή προσπάθεια ελέγχου της.
Δεν θα αυθαιρετούσαμε αν συνδέαμε τη στάση αυτή με τη μισογυνική εκκλησιαστική
παράδοση που αντιμετωπίζει ως μιαρό το γυναικείο σώμα και εξορκίζει τις φυσικές
του λειτουργίες με σειρά αποκλεισμών και περιορισμών, που, όλως παραδόξως,
γίνονται αποδεκτοί ακόμη και στις μέρες μας. Η πρόσληψη αυτή της θηλυκότητας ως
πηγής μύριων κακών (για τους άντρες) συμπυκνώνεται στις απαγορεύσεις που
σχετίζονται με τη γυναικεία εμφάνιση.
Ένα σημείο
σύγκλισης χριστιανισμού και μουσουλμανισμού είναι το σκέπασμα της γυναίκας και
ο συμβολισμός του. Κατά τον Απ. Παύλο, η γυναίκα οφείλει να έχει στο κεφάλι της το σημάδι
της εξουσίας του άντρα και της υποταγής της σε αυτόν, κι αυτό είναι το φυσικό
σκέπασμα, δηλαδή τα μαλλιά, και το εξωτερικό σκέπασμα, δηλαδή το μαντίλι.
Φυσικά στον χριστιανισμό η πρακτική του σκεπάσματος έχει πλέον εγκαταλειφθεί ως
παρωχημένη. Αντίθετα,
στον μουσουλμανισμό είναι η συνήθης πρακτική μέχρι σήμερα.
Αν και το Κοράνι δηλώνει ρητώς ότι δεν επιτρέπεται να καταπιέζονται οι
γυναίκες, τα παιδιά, οι άρρωστοι και οι τραυματίες ως ανήκοντες σε ευπαθείς
κοινωνικές ομάδες και ειδικά για τη γυναίκα ότι απαγορεύεται με κάθε μέσο η
σεξουαλική της καταπίεση, ο ίδιος ο Μωάμεθ πίστευε και κήρυττε την κατωτερότητα
των πνευματικών ικανοτήτων της γυναίκας. Θεωρούσε ότι οι προοπτικές της για τη
μετά θάνατον ζωή ήταν πολύ αποθαρρυντικές και πως είναι επιτρεπτό να βιάζουν
τις γυναίκες που έπιαναν αιχμάλωτες σε καιρό πολέμου. Στον ιερό νόμο του Ισλάμ
(Σαρία), τα δικαιώματα των γυναικών είναι πολύ περιορισμένα. Δεν δικαιούνται να
ζητήσουν διαζύγιο, την επιμέλεια των παιδιών που έχουν συμπληρώσει το ένατο
έτος της ηλικίας τους την παίρνει ο πατέρας χωρίς διαπραγμάτευση, ενώ η γυναίκα
σε περίπτωση διαζυγίου υποχρεώνεται να φύγει από τη συζυγική εστία με ελάχιστη
ή καθόλου διατροφή και συνοδευόμενη από την κοινωνική κατακραυγή. Ο άντρας
επιτρέπεται να έχει μέχρι και τέσσερις συζύγους, ενώ η γυναίκα θεωρείται
μοιχαλίδα αν συνάψει σχέση ακόμα και αφού την έχει εγκαταλείψει ο σύζυγός της.
Η τιμωρία για κάτι τέτοιο προβλέπεται να είναι ο θάνατος δια λιθοβολισμού.
Τέλος, στα κληρονομικά ζητήματα η θέση της γυναίκας είναι σαφώς υποδεέστερη.
Από τα παραπάνω γίνεται σαφές ότι η γυναίκα στο Ισλάμ βρίσκεται σε εξαιρετικά δυσμενή θέση. Στην Ελλάδα η νομοθεσία προστατεύει κάπως
τα δικαιώματα των γυναικών, αντίθετα με άλλες μουσουλμανικές χώρες, όπου η
παραβίασή τους είναι κατάφωρη.
Ένα άλλο σημαντικό γυναικείο ζήτημα, στο
οποίο η θρησκεία τόσο η χριστιανική όσο και η μουσουλμανική τοποθετούνται
καταδικαστικά, είναι η άμβλωση. Στην Ελλάδα η άμβλωση δεν απαγορεύεται δια
νόμου, όπως ας πούμε ισχύει σε άλλες χώρες σαν την Κύπρο και τις
σκληροπυρηνικές καθολικές και ισλαμικές χώρες. Παρόλα αυτά η θέση των θρησκειών
είναι ότι κάθε φθορά του εμβρύου από τη στιγμή της σύλληψής του ισοδυναμεί με
φόνο. Το φεμινιστικό κίνημα έχει κάνει πολλούς αγώνες για να νομιμοποιηθεί η
άμβλωση και η απόφαση να εναπόκειται στην ελεύθερη βούληση της γυναίκας.
Τα σεξιστικά ΜΜΕ
Ελάχιστοι άνθρωποι πλέον αμφισβητούν ότι τα ΜΜΕ, και ειδικά η τηλεόραση,
κατασκευάζουν μαζική κουλτούρα και πως έχουν αναπτύξει ισχυρές σχέσεις
αλληλεπίδρασης με κέντρα εξουσίας, οικονομίας και εμπορίου. Πέρα από αυτό όμως αναπαράγουν
και ένα βαθιά ιεραρχικό και σεξιστικό κόσμο καλλιεργώντας την εικόνα της γυναίκας ως άβουλου καταναλωτικού
προϊόντος. Με αυτό τον τρόπο καθαγιάζουν άμεσα ή έμμεσα, ρητά ή άρρητα κάθε
μορφή βίας απέναντί της. Στη σημερινή ελληνική κοινωνία η οικονομική κρίση
φαίνεται να συμβαδίζει με την ηθική. Κυριαρχεί η κουλτούρα της βίας. Ζούμε μια ακραία επίθεση απέναντι στην
ιδία την κοινωνία, στις εργασιακές και διαπροσωπικές σχέσεις, καθώς δεσπόζει η κουλτούρα της
εκμετάλλευσης και της περιφρόνησης της βούλησης των πολιτών. Αυτή η κουλτούρα
απαξιώνει τις συλλογικές αξίες και τονίζει το ατομικό, το εγωιστικό, που θα
κατακτηθεί ακόμη και με αθέμιτα ή απάνθρωπα μέσα. Στα media -παρά τις ελάχιστες ελπιδοφόρες εξαιρέσεις- η
κυρίαρχη ηθική είναι αυτή της ανθρωποφαγίας, όπου ο πιο αδύναμος πέφτει θύμα
του ισχυρού και υποκύπτει στις ορέξεις του. Αυτή η κουλτούρα αναπτύσσεται σε προσωπικό
επίπεδο και εσωτερικεύεται ασυνείδητα ώστε να εξελίσσεται σε απάνθρωπη
συμπεριφορά σε όλα τα πεδία της καθημερινής ζωής.
Τα media που άλλοι τα θεωρούν φαντασιακές
βιομηχανίες είναι κοινωνικοί θεσμοί, αλλά πρωτίστως είναι εμπορικές
επιχειρήσεις. Ως τέτοιες υπόκεινται στους νόμους της αγοράς, στη διαφήμιση,
στην αποδοτικότητα, στον ανταγωνισμό. Αποτελούν ιδιοκτησία ομίλων που έχουν
πολλά και ποικίλα συμφέροντα. Ως επιχειρήσεις τα συμφέροντα τους δεν συνάδουν
με την αποστολή της ενημέρωσης, καθώς στόχος τους είναι ο πολλαπλασιασμός του
κέρδους. Στο πλαίσιο αυτό δεν διστάζουν να προσανατολίσουν και να
νομιμοποιήσουν την αναπαραγωγή ενός βαθιά ιεραρχικού και σεξιστικού κόσμου.
Τα ΜΜΕ στη συντριπτική πλειονότητά τους προωθούν και ενισχύουν συντηρητικά
έμφυλα στερεότυπα: υποτιμητικές και ψεύτικες εικόνες γυναικών (είτε σαν
σεξουαλικά αντικείμενα, είτε μειωμένης νοημοσύνης, χαρωπές νοικοκυρές κτλ.).
Στη διαφήμιση δε, η κατάσταση είναι ακόμα χειρότερη. Η γυναίκα χρησιμοποιείται
για να “πουλάει” από αυτοκίνητα μέχρι καφέδες. Και μάλιστα, τις περισσότερες
φορές όχι ολόκληρη, αλλά κομμάτια του σώματός της (στήθος, οπίσθια, γάμπες,
χέρια κ.λπ.). Εννοείται ότι είναι πάντα νέα, όμορφη, αδύνατη και ντυμένη στη
μόδα… Εικόνες μίλια μακριά από τις πραγματικές γυναίκες. Αναμφίβολα ο
καπιταλισμός αντιμετωπίζει τις γυναίκες και γενικότερα τη σεξουαλικότητα σαν
εμπορεύματα. Δηλαδή, σαν αντικείμενα που μπορούν να πωληθούν και να αγοραστούν.
Οι εικόνες που τα ΜΜΕ και η διαφήμιση προβάλλουν τη γυναίκα ως αξεσουάρ ή αντικείμενο
προς κατάκτηση ή πώληση και κάνει κάποιους άντρες να σκέφτονται ότι είναι και
σεξουαλικά διαθέσιμες ή θα έπρεπε να είναι. Έτσι, καταλήγει να μη θεωρείται
απαράδεκτη η αγορά υπηρεσιών από θύματα τράφικινγκ, η σεξουαλική παρενόχληση ή
ακόμη και η ωμή βία και ο βιασμός. Αυτές τις μέρες διαφημίζεται σίριαλ , στο τρέιλερ του οποίου τίθεται το ερώτημα:
“μπορεί μια γυναίκα να ερωτευτεί τον βιαστή της;”. Yπάρχει κάτι που φοβίζει περισσότερο
από τη βία και αυτό είναι η αποδοχή της από αυτόν που την υφίσταται. Η ταύτιση
αυτή του εαυτού με ένα αξιοκαταφρόνητο και άρα άξιο κακοποίησης αντικείμενο
είναι αφάνταστα βλαβερή, όχι μόνο για την ψυχική υγεία, αλλά και για την αξιακή
θεμελίωση του ίδιου του πολιτισμού μας.
Η γυναικεία εικόνα στα ΜΜΕ και στη διαφήμιση συχνά προβάλλεται ως εικόνα
υποταγής, σιωπής και παθητικότητας. Είναι η εικόνα της όμορφης αλλά όχι
ιδιαίτερα έξυπνης περσόνας. Η ανισότητα των φύλων τονίζεται μέσα από τις περιορισμένες θεματικές,
εκπομπών και εντύπων, όπως συνταγές, μεταμορφώσεις, life-style, ζώδια, μόδα
κ.ο.κ. Πλήθος
παραδειγμάτων απαξίωσης της γυναικείας νοημοσύνης και υποβιβασμού του
γυναικείου σώματος, στέλνουν το μήνυμα της γυναίκας-αντικειμένου. Ο υποβιβασμός
της γυναίκας με την «τεμάχιση» της σε μέρη του σώματός προς τέρψιν του άνδρα,
σύμφωνα με τους ψυχολόγους, καταστρέφει τη γυναικεία αυτοεκτίμηση. Παρά τις
επανειλημμένες διαμαρτυρίες και τα διαβήματα των γυναικείων οργανώσεων πληθαίνουν τα δείγματα εκμετάλλευσης του
γυναικείου σώματος και κατ’ αντιστοιχία πληθαίνουν και τα κρούσματα βίας,
εναντίον των γυναικών.
Τα ΜΜΕ «τσιμεντάρουν» τον φόβο στην κοινωνία και στηρίζουν την πορεία προς
ένα βαθιά ιεραρχικό και σεξιστικό κόσμο. Συναντάμε συχνά τον εμπαιγμό των διαφορετικών απόψεων, την απαξίωση του
λόγου των απλών ανθρώπων, τον πλήρη αποκλεισμό νέων κινημάτων αλλά και όσων
ασκούν κριτική ή προσπαθούν να αποκαλύψουν τον συγκαλυπτικό λόγο των ΜΜΕ.
Επίσης συχνή είναι και η κατασκευή αποδιοπομπαίων τράγων, είτε χρησιμοποιώντας τους μετανάστες, είτε τα θύματα εκπόρνευσης, είτε
άλλων ομάδων που αδυνατούν να υπερασπιστούν τους εαυτούς τους.
Μπαίνουμε σήμερα σε ένα επικίνδυνο δρόμο. Αν αφήσουμε να περάσει αυτή η επίθεση
τότε θεωρούμε ότι ανοίγουμε δρόμο σε πολύ χειρότερες δικτατορίες, που όλοι
γνωρίζουμε ότι δεν είναι δικτατορίες άλλων εποχών αλλά δικτατορίες που ελέγχουν
την σκέψη, την επηρεάζουν, την κατευθύνουν. Έχει μεγάλη σημασία όλοι εμείς να
κάνουμε ευρύτερες συμμαχίες, με κοινό στόχο να φέρνουμε στην επιφάνεια αυτό που
οι εκάστοτε κυρίαρχοι παραμορφώνουν. Με αυτόν τον τρόπο μπορούμε ίσως να
μειώσουμε τα σεξιστικά μηνύματα και τα στερεότυπα ανδρών και γυναικών που
προβάλλονται.
Η προβολή των περιστατικών βίας κατά των γυναικών στα media, δεν πρέπει να περιορίζεται σε μία
λαϊκίστικη εκδήλωση οργής. Χρήσιμη θα ήταν επίσης και η δημοσιοποίηση
των προσωπικών στοιχείων των καταδικασμένων βιαστών τα οποία συχνά αποκρύπτονται είτε γιατί είναι επώνυμοι
είτε οικονομικά ισχυροί οπότε εξαγοράζουν την κάλυψή τους. Στόχος δεν είναι η
εκδίκηση ή η διαπόμπευση, αλλά η προστασία πιθανών μελλοντικών θυμάτων. Επίσης απαραίτητο είναι να έρθουν στην
επιφάνεια τα αίτια που οδηγούν στο
βιασμό. Αξίζει να αναζητήσουμε το ¨γιατί¨ και το πώς οδηγούνται σε αυτό. Όσον αφορά τα
αίτια, πρέπει να αποδοθούν σε ένα ευρύτερο πλαίσιο αναπαραγωγής σχέσεων βίας
και εξουσίας από τους άνδρες με στόχο τον έλεγχο και την αποστέρηση των
γυναικείων δικαιωμάτων.
Κάθε είδηση βιασμού παρουσιάζεται πρώτη και φωτίζεται έντονα ως
προσωπική ιστορία. Η έμφαση στο προσωπικό, όταν μάλιστα προσφέρεται ώστε να μην
συνδέεται εύκολα με την κοινωνική θέση, είναι ο κανόνας διαχείρισης τέτοιων
ειδήσεων. Αυτό γιατί τα media φροντίζουν ώστε με όλους τους δυνατούς τρόπους να
αποσιωπάται η συλλογική-κοινωνική διάσταση του θέματος. Αυτός είναι ο κανόνας
που διαμορφώνει τα τηλεοπτικά προγράμματα, αλλά και τα υπόλοιπα μέσα. Υπάρχουν
μόνο ατομικές υποθέσεις, μια απόμακρη και απρόσιτη εξουσία που αποφασίζει και τίποτε άλλο! Δεν υπάρχει συλλογικό, δεν
υπάρχει κοινωνικό πλαίσιο που όχι μόνο να επηρεάζει αλλά συχνά και να ορίζει τα
επιμέρους. Στις περιπτώσεις των βιασμών γυναικών, ενώ πρόκειται φανερά για
κοινωνικό φαινόμενο, ο τρόπος που σερβίρεται η είδηση την υποβιβάζει στο στενό
ατομικό, έτσι που τελικά ποτέ δεν μπορεί να λυθεί το πρόβλημα. Το ατομικό και
το συλλογικό αλληλεπιδρούν πάντα και ορίζουν τα γεγονότα και τα φαινόμενα. Ποτέ
δεν θα βρούμε μία λύση σε ένα κοινωνικό φαινόμενο, αν το αντιμετωπίζουμε ως
μεμονωμένο περιστατικό, ασύνδετο με την κοινωνία.
Με την αποσιώπηση της κοινωνικής ευθύνης η κοινή γνώμη και ο υγιής θυμός
στρέφεται πάντα, αποκλειστικά προς το συγκεκριμένο πρόσωπο. Έτσι κανείς δεν
αναζητά λύσεις που θα προβλέψουν και θα αποτρέψουν ένα επόμενο παρόμοιο τραγικό
περιστατικό, εξαντλώντας την αντίδρασή τους στην οργή.
Κανένα
μέσο δεν μπορεί να είναι καλό ή δαιμονικό. Το μέσο είναι μέσο. Αυτό που κάποιοι ονομάζουν «δικτατορία των
μέσων» θα ήταν πιο δόκιμο να ονομαστεί δικτατορία των ανθρώπων που
κυριαρχούν και ελέγχουν τα μέσα. Η
λειτουργία κάθε μέσου και κάθε εργαλείου ορίζεται από αυτόν που το
διαχειρίζεται.
Το ερώτημα που μένει αναπάντητο και απαιτεί μια απάντηση που η καθεμία,
ο καθένας από εμάς καλείται να δώσει είναι πώς μέσα από την αγρύπνια της σκέψης
και του συναισθήματός μας θα αντισταθούμε σε αυτή την ύπουλη, και μέρα με τη
μέρα εντεινόμενη, σταδιακή εξοικείωση με το αποτρόπαιο;
Πρόταγμα
Η βία κατά των γυναικών, οι διάφορες μορφές κακοποίησης μπορούν να αμβλυνθούν, όμως δεν θα
απαλειφθούν μέσα από θεσμικά μέτρα. Χρειάζεται αγώνας μαζικός για την ανατροπή
της πατριαρχίας αλλά και όλων μαζί των εξουσιαστικών δομών της κοινωνίας. Οι
οικονομικές, ταξικές, έμφυλες δομές θα ανατραπούν με διαρκείς αγώνες ενάντια σε οποιαδήποτε μορφή
εξουσίας ασκείται από τον έναν άνθρωπο
στον άλλον. Η καταπίεση των μεταναστών,
των εργατών, των γυναικών, των ομοφυλόφιλων, των καταπιεσμένων κομματιών της
κοινωνίας θα επιτευχθεί με τη συνολική ανατροπή των εξουσιαστικών σχέσεων και
δομών της κοινωνίας.
Κάποιες προτάσεις για το τώρα είναι να
στηρίζουμε τις γυναίκες που κακοποιούνται ψυχολογικά και υλικά
φτιάχνοντας αυτοοργανωμένα καταλύματα αλληλεγγύης, να δημιουργήσουμε αυτοργανωμένες
γυναικείες ομάδες που θα καταγγέλλουν την ανδρική βία. Οι ομάδες αυτές μπορούν
να χρησιμοποιήσουν το διαδίκτυο και να μετατραπούν σε παραγωγούς και πομπούς
της πραγματικής εικόνας από δέκτες και καταναλωτές που είναι μέχρι σήμερα. Επίσης,
είναι σημαντικό να μοιραστούμε με άνδρες τις γυναικείες εμπειρίες μας και τα βιώματά
μας έτσι ώστε να ανατρέψουμε κάποιες έμφυλες αντιλήψεις τους. Τέλος, η
κακοποίηση των γυναικών πρέπει να βγει προς τα έξω, να γίνει ζήτημα δημόσιο και
πολιτικό και να αποκτήσει κεντρική θέση μέσα στα κινήματα. Προς την κατεύθυνση
αυτή μπορούν να βοηθήσουν τα κινηματικά δίκτυα ενημέρωσης και κυρίως το
διαδίκτυο ως αντίπαλο δέος στα κυρίαρχα ΜΜΕ.